Σε περίπτωση διακοπής της έγγαμης συμβίωσης, ο σύζυγος δικαιούχος διατροφής θα πρέπει να είναι ο οικονομικά ασθενέστερος σύζυγος και είτε να διέκοψε την έγγαμη συμβίωση λόγω εύλογης αιτίας είτε να διακόπηκε η έγγαμη συμβίωση από τον έτερο σύζυγο, υπόχρεο της διατροφής και παράλληλα ευπορότερο σε σχέση πάντα με τον δικαιούχο, χωρίς συνδρομή εύλογης αιτίας.
Ο δικαιούχος σύζυγος δεν απαιτείται να είναι άπορος απλώς ασθενέστερος οικονομικά από τον υπόχρεο. Λόγος απαλλαγής του υποχρέου προβλέπεται μόνον αν αντιτάξει ότι υφίστανται ανιόντες ή κατιόντες του δικαιούχου συζύγου υπόχρεοι από το νόμο σε διατροφή του.
Η εύλογη αιτία μπορεί να οφείλεται σε υπαιτιότητα του ενός από τους συζύγους ή και σε κοινή υπαιτιότητα . Εάν ο δικαιούχος σύζυγος έχει προβεί σε πράξεις υπαίτιες, οι οποίες οδήγησαν τον υπόχρεο σε διατροφή σύζυγο να διακόψει την έγγαμη συμβίωση και συνιστά λόγο διαζυγίου, ο τελευταίος δικαιούται να προβάλλει την ένσταση της καταβολής ελαττωμένης διατροφής, συνεπώς μόνο τη στοιχειώδη διατροφή.
Για τον υπολογισμό του ύψους της καταβαλλόμενης διατροφής απαιτείται αναγωγή στα ποσοστά κατά τα οποία οι σύζυγοι θα όφειλαν να συνεισφέρουν στις οικογενειακές ανάγκες.
Η υποχρέωση καταβολής διατροφής μπορεί να πάψει εάν ο δικαιούχος γίνει ευπορότερος από τον υπόχρεο, εάν επαναληφθεί η έγγαμη συμβίωση, εάν υπάρξουν περιστάσεις που επιβάλουν την παύση (π.χ. σοβαρή ασθένεια του υποχρέου) και εάν ο γάμος λυθεί, είτε με διαζύγιο είτε με θάνατο, ή ακυρωθεί.
Ευδοξία Καλπατσινίδου